Τι είναι οι βηματοδότες / απινιδωτές
Ο βηματοδότης (και ο απινιδωτής) είναι μια συσκευή που αποτελείται από μία γεννήτρια που εμφυτεύεται συνήθως κάτω από το δέρμα στο αριστερό τμήμα του θώρακα, κάτω από την κλείδα και από 1 έως 3 καλώδια, των οποίων το ένα άκρο συνδέεται με τη γεννήτρια και το άλλο άκρο ακουμπάει σε συγκεκριμένη για κάθε καλώδιο θέση εντός της καρδιάς . Σπανίως, ο βηματοδότης μπορεί να εμφυτευθεί και στο αντίστοιχο δεξιό τμήμα του θώρακα.
Σε τι εξυπηρετεί ο βηματοδότης / απινιδωτής
Ο απλός βηματοδότης ενδείκνυται σε ασθενείς, οι οποίοι πάσχουν από βραδυκαρδίες. Συνεπώς, όταν οι πλαμοί της καρδιάς πέφτουν πολύ χαμηλά, αναλαμβάνει ο βηματοδότης, ώστε οι σφύξεις να παραμένουν φυσιολογικές και να προλαμβάνονται συμπτώματα όπως ζάλη, εύκολη κόπωση, δύσπνοια και συγκοπή.
Ο απινιδωτής είναι ένας πιο σύνθετος τύπος βηματοδότη, ο οποίος, πέραν της απλής βηματοδότησης, έχει τη δυνατότητα να θεραπεύει τις απειλητικές για τη ζωή ταχυκαρδίες, είτε με ταχεία βηματοδότηση των κοιλιών, είτε με τη χορήγηση απινίδωσης (shock). Ενδείκνυται σε ασθενείς με συμπτωματικές κοιλιακές αρρυθμίες και σε ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια και σοβαρά επηρεασμένη απόδοση της αριστερής κοιλίας.
Ο αμφικοιλιακός βηματοδότης ή απινιδωτής έχει ένα καλώδιο που τοποθετείται στη δεξιά κοιλία και ένα καλώδιο που τοποθετείται στην εξωτερική επιφάνεια της αριστερής κοιλίας (+/- ένα καλώδιο στο δεξιό κόλπο) και σαν σκοπό έχει να συγχρονίζει την καρδιά, ώστε να βελτιώνει τη συστολική της απόδοση σε ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια και αυτό που ονομάζουμε ασυγχρονισμό, λόγω διαταραχών αγωγής του ηλεκτρικού ερεθίσματος.
Πώς γίνεται η επέμβαση
Ο ασθενής προσέρχεται στο αιμοδυναμικό εργαστήριο νηστικός και υπό άσηπτες συνθήκες, μετά χορήγηση τοπικής αναισθησίας, γίνεται μια τομή κάτω από την αριστερή κλείδα, τα καλώδια περνάνε μέσω μιας φλέβας και τοποθετούνται εντός της καρδιάς. Αφού ελεγχθεί ότι το βηματοδοτικό σύστημα αισθάνεται ικανοποιητικά τα ηλεκτρικά ερεθίσματα της καρδιάς και ότι βηματοδοτεί επαρκώς την καρδιά με τη χορήγηση ρεύματος χαμηλής τάσης, τα καλώδια στερεώνονται στο θωρακικό μυ και η γεννήτρια ενταφιάζεται κάτω από το δέρμα. Το τραύμα κλείνει με ράμματα. Η διάρκεια της επέμβασης είναι περίπου 1 ώρα για τους απλούς βηματοδότες/απινιδωτές και περίπου 90’-120’ για τους αμφικοιλιακούς βηματοδότες/απινιδωτές.
Ο ασθενής πρέπει να παραμείνει κλινήρης για κάποιες ώρες και εξέρχεται του νοσοκομείου την ίδια ή την επόμενη ημέρα.
Το ποσοστό επιπλοκών είναι περίπου 8% (υψηλότερο για την εμφύτευση απινιδωτών). Ενδεικτικές επιπλοκές είναι ο σχηματισμός αιματώματος (ιδίως σε ασθενείς που λαμβάνουν αντιπηκτικά/αντιαιμοπεταλιακά), η λοίμωξη, η επανεπέμβαση λόγω μετακίνησης καλωδίου και ο καρδιακός επιπωματισμός.
Τι γίνεται μετά την εμφύτευση
Το βηματοδοτικό σύστημα πρέπει να επανελεγχθεί σε 4 εβδομάδες και έπειτα οι βηματοδότες ελέγχονται κάθε 6-12 μήνες και οι απινιδωτές κάθε 3-6 μήνες. Μετά την εμφύτευση, ο ασθενής θα πρέπει να αποφεύγει να σηκώνει το χέρι πάνω από το ύψος του αγκώνα για 1-2 εβδομάδες και να αποφεύγει δραστηριότητες που ενέχουν κίνδυνο να μετακινηθούν ή να υποστούν βλάβη τα καλώδια.
Η διάρκεια ζωής των γεννητριών αγγίζει τα 10 έτη. Όταν η γεννήτρια κοντεύει να εξαντληθεί, θα χρειαστεί να γίνει επέμβαση αντικατάστασης της γεννήτριας, η οποία είναι μια πιο απλή επέμβαση και διαρκεί 30’-60’.