Τι είναι οι υπερκοιλιακές αρρυθμίες
Ως υπερκοιλιακές αρρυθμίες ορίζονται οι ταχυκαρδίες εκείνες που ξεκινούν από τα τμήματα της καρδιάς που βρίσκονται πάνω από τις κοιλίες, δηλαδή από τον κολποκοιλιακό κόμβο και από τους κόλπους. Συμβατικά, η κολπική μαρμαρυγή, η κολπική ταχυκαρδία και ο κολπικός πτερυγισμός εξετάζονται χωριστά και συνήθως, όταν λέμε υπερκοιλιακές ταχυκαρδίες, εννοούμε, είτε την ταχυκαρδία από επανείσοδο στον κολποκοιλιακό κόμβο (AVNRT), είτε την ταχυκαρδία που οφείλεται σε παραπληρωματικό δεμάτιο (AVRT/σύνδρομο Wolff-Parkinson-White).
Η AVNRT οφείλεται στη δημιουργία ενός μικρού ‘βραχυκυκλώματος’ εντός του κολποκοιλιακού κόμβου, με αποτέλεσμα ο ασθενής να εμφανίζει καρδιακή συχνότητα που μπορεί να φτάνει ή να ξεπερνά και τις 200 σφύξεις/λεπτό. Αυτό οφείλεται στην ύπαρξη φυσιολογίας διπλής οδού εντός του κολποκοιλιακού κόμβου, δηλαδή, ύπαρξης ‘δύο τουλάχιστον λωρίδων κυκλοφορίας αμφίδρομης κατεύθυνσης’ (Εικόνα 1).
Η AVRT οφείλεται σε ένα μεγαλύτερο ‘βραχυκύκλωμα’, λόγω της ύπαρξης επιπρόσθετων μυικών δεσμίδων επικοινωνίας (παραπληρωματικά δεμάτια) ανάμεσα στους κόλπους και τις κοιλίες, πέραν του κολποκοιλιακού κόμβου που αποτελεί φυσιολογικά τη μοναδική οδό αγωγής του ηλεκτρικού ερεθίσματος από τους κόλπους προς τις κοιλίες.
Το ηλεκτρικό ερέθισμα μπορεί συνεπώς, είτε να ακολουθεί πορεία
κόλποι – κολποκοιλιακός κόμβος – κοιλίες – παραπληρωματικό δεμάτιο – κόλποι,
είτε κόλποι – παραπληρωματικό δεμάτιο – κοιλίες – κολποκοιλιακός κόμβος – κόλποι σχηματίζοντας ένα είδος βραχυκλώματος.
Σκοπός της κατάλυσης (ablation) υπερκοιλιακών αρρυθμιών
Η AVNRT δεν αποτελεί μια απειλητική για τη ζωή αρρυθμία, επί μιας κατά τ’άλλα υγιούς καρδιάς, αλλά μπορεί να προκαλέσει συμπτώματα, όπως αίσθημα παλμών, ζάλη ή ακόμα και συγκοπή. Από την άλλη, η AVRT μπορεί σε ένα ποσοστό της τάξης του 0.1% να προκαλέσει αιφνίδιο θάνατο επιπρόσθετα των προαναφερθέντων συμπτωμάτων.
Σκοπός της κατάλυσης είναι να καυτηριαστεί η βραδεία οδός στην AVNRT ή το παραπληρωματικό δεμάτιο στην AVRT (Εικόνα 2) με στόχο τη θεραπεία της αρρυθμίας.
Πως γίνεται η επέμβαση
Κατά την κατάλυση μιας υπερκοιλιακής αρρυθμίας, ο ασθενής προσέρχεται στο αιμοδυναμικό εργαστήριο σε κατάσταση νηστείας και αφού παρακεντηθεί, συνήθως, η μηριαία φλέβα στη βουβωνική χώρα του ασθενούς, μετά κάλυψη του σώματος του ασθενούς με αποστειρωμένο σεντόνι και χορήγηση τοπικής αναισθησίας, προωθούνται λεπτοί διαγνωστικοί καθετήρες στην καρδιά του ασθενούς διαμέσου θηκαριών (λεπτών σωλήνων) που τοποθετούνται στο σημείο παρακέντησης. Οι ειδικοί αυτοί καθετήρες έχουν τη δυνατότητα βηματοδότησης της καρδιάς αλλά και καταγραφής των καρδιακών ηλεκτρικών σημάτων.
Αρχικά, διενεργείται ηλεκτροφυσιολογική μελέτη, κατά την οποία τοποθετούμε τους καθετήρες σε συγκεκριμένα σημεία εντός της καρδιάς υπό ακτινοσκόπηση. Η διαδικασία αυτή είναι ανώδυνη. Στη συνέχεια μελετούμε την αγωγή του ηλεκτρικού ερεθίσματος στην καρδιά του ασθενούς και ελέγχoυμε εάν υπάρχουν παθολογικά κυκλώματα, τα οποία μπορεί να είναι υπεύθυνα για ταχυκαρδίες και συνεπώς να αποτελούν το αίτιο των συμπτωμάτων του ασθενούς. Κατά τον έλεγχο αυτό, χρειάζεται να βηματοδοτηθεί η καρδιά και πολλές φορές να προκληθεί ταχυκαρδία, κάτι που μπορεί να κάνει τον ασθενή να νιώσει άβολα ή ακόμα και να ζαλιστεί. Δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας όμως, αφού η ταχυκαρδία μπορεί να τερματιστεί, είτε με βηματοδότηση, είτε με ηλεκτρική ανάταξη.
Πολλές φορές, χρησιμοποιείται επικουρικά τρισδιάστατη ηλεκτροανατομική χαρτογράφηση για τον ακριβέστερο καθορισμό του υπεύθυνου κυκλώματος. Τέλος, αφού καθοριστεί το υπεύθυνο ηλεκτρικό κύκλωμα, προχωρούμε σε καυτηριασμό αυτού. Η επέμβαση διαρκεί 1-2 ώρες.
Ο ασθενής χρειάζεται να παραμείνει κλινήρης για περίπου 4 ώρες και παίρνει εξιτήριο την ίδια ή συνηθέστερα την επόμενη ημέρα.
Η κατάλυση υπερκοιλιακών αρρυθμιών αποτελεί μια επέμβαση με υψηλά ποσοστά επιτυχίας, αφού για την AVNRT αυτά υπερβαίνουν το 95%, ενώ για την AVRT κυμαίνοντα μεταξύ 85% και 95%, αναλόγως της εντόπισης του παραπληρωματικού δεματίου. Το ποσοστό επιπλοκών είναι περίπου 1%. Επιπλοκές που μπορεί να συμβούν είναι ανάγκη για τοποθέτηση βηματοδότη, αιμάτωμα στο σημείο παρακέντησης, καρδιακός επιπωματισμός (επί αριστερού παραπληρωματικού δεματίου) και αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο (επί αριστερού παραπληρωματικού δεματίου). Μετά επιτυχή κατάλυση ο ασθενής μπορεί να διακόψει τα αντιαρρυθμικά φάρμακα.